- ἐγκρικάδεια
- ἐγκρῐκάδεια,A = ἐγκοτύλη, Hsch., Theognost.Can.164.27.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εγκρικάδεια — ἐγκρικάδεια, η (Α) η εγκοτύλη … Dictionary of Greek